Υπάρχουν 5 εγγραφές στον κατάλογο που ξεκινούν από το γράμμα Α.
Αδύνατος
Ο αλκοολικός τίτλος, η αρωματική και η γευστική ένταση ενός αδύνατου οίνου δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες μας. Έτσι τα αδύνατα ή ισχνά κρασιά είναι φτωχά σε αλκοόλη και σε στερεό υπόλειμμα και έχουν απρόσωπη γεύση. Πρόκειται για ένα ελάττωμα που συναντάται σχετικά σπάνια στα ελληνικά κρασιά.
Αλκοολική ζύμωση
Βιοχημικό φαινόμενο κατά τη διάρκεια του οποίου τα σάκχαρα της σταφυλής μετατρέπονται από τους ζυμομήκυτες σε αιθανόλη ή αιθυλική αλκοόλη σύμφωνα με την εξίσωση: C6H1206 έ 2CH2CH20H + 2CO2 {(σάκχαρα) έ (αιθανόλη)+(διοξείδιο του άνθρακα)}. Tη μεταμόρφωση αυτή συνοδεύει μια έκλυση διοξειδίου του άνθρακα και θερμότητας, ενώ παράλληλα σχηματίζονται σε μικρότερες ποσότητες διάφορα άλλα δευτερογενή προϊόντα.
Αλλοιωμένος
Είναι ο οίνος η σύσταση του οποίου έχει υποστεί ολέθριες αλλοιώσεις από κάποια λανθασμένη κατεργασία ή από ασθένεια και δεν παρουσιάζει πλέον τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά ενός κανονικού οίνου.
Ανισόρροπος
Κάθε αξιοπρεπής οίνος εμφανίζει μια βασική ισορροπία μεταξύ των βασικών του γευστικών συστατικών: οξύτητα, στυφάδα, γλύκα, ζεστασιά του οινοπνεύματος. Όταν ένα από τα συστατικά αυτά είναι πολύ έντονο ή πολύ αδύνατο σε σχέση με τα υπόλοιπα, τότε λέμε ότι το κρασί είναι ανισόρροπο. Συνέπεια της ανισορροπίας είναι η έλλειψη αρμονίας και η κακή δομή του οίνου.
Άρωμα
Το άρωμα ενός κρασιού είναι η ευχάριστη μυρωδιά που αναδίδει και την οποία διαπιστώνουμε κατ’ αρχήν με τη μύτη και κατά δεύτερο λόγο μέσα στο στόμα διά μέσου της έμμεσης όσφρησης. Tο άρωμα ενός κρασιού εξαρτάται από την καταγωγή και την ποικιλιακή του σύνθεση (αρώματα πρωτογενή), από τον τρόπο με τον οποίο οινοποιήθηκε (αρώματα δευτερογενή) και από το εάν έχει παλαιωθεί και πως (αρώματα τριτογενή - μπουκέτο).