Το όνομα του –Ξινόμαυρο– προέρχεται από το ξινό και το μαύρο, αν και στην πράξη, οι φλούδες των ρωγών του δεν είναι ιδιαίτερα πλούσιες σε χρωστικές. Το Ξινόμαυρο όμως εκπλήσσει με τις επιδόσεις και τον πολυδύναμο χαρακτήρα του, προσφέροντας «vin de garde» ερυθρά, δυναμικά ροζέ, αρωματικά αφρώδη, ακόμα και ιδιοσυγκρασιακά γλυκά κρασιά.
Φυτεμένο σε κάθε γωνιά της κεντρικής και της Βόρειας Ελλάδας, το Ξινόμαυρο είναι αποκλειστικά υπεύθυνο ή συμμετέχει στα ερυθρά κρασιά ΠΟΠ Νάουσα, ΠΟΠ Αμύνταιο, ΠΟΠ Γουμένισσα και ΠΟΠ Ραψάνη, καθώς και στα ξηρά ήσυχα και αφρώδη κρασιά του Αμυνταίου (ΠΟΠ Αμύνταιο). «Δύστροπο» και απαιτητικό, το Ξινόμαυρο χρειάζεται κατάλληλο terroir, αυξημένες καλλιεργητικές φροντίδες, χαμηλές στρεμματικές αποδόσεις και κατάλληλες καιρικές συνθήκες, για να ξεδιπλώσει το μεγαλείο του. Τότε όμως, θυμίζει τη σπουδαία ποικιλία του Πιεμόντε, Nebbiolo. Οι ομοιότητες όμως με αυτή δεν σταματούν εδώ. Το ρουμπινί χρώμα, το μαγικό μπουκέτο, που περιλαμβάνει από βιολέτες μέχρι πολτό ελιάς και από ντομάτα μέχρι καπνό και φραγκοστάφυλα, το υψηλόβαθμο, γεμάτο οξύτητα στόμα και οι άγριες ταννίνες, δίκαια του έχουν δώσει τον τίτλο «ελληνικό Nebbiolo».
Στην περίπτωση των ερυθρών κρασιών, μια μακρόχρονη παλαίωση καταφέρνει να τιθασεύσει το χαρακτήρα του και να χαρίσει τα βελούδινα διακεκριμένα κρασιά για τα οποία το Ξινόμαυρο είναι παγκοσμίως γνωστό και άρρηκτα συνυφασμένο με συγκεκριμένες προελεύσεις, όπως ξινόμαυρο-Νάουσα, ξινόμαυρο-Αμύνταιο κ.ά. Άλλες φορές πάλι, οι παραγωγοί επιλέγουν την πρόσμειξή του με ηπιότερες ποικιλίες, όπως κάποιες ξένες ή και τις ελληνικές σταυρωτό και κρασάτο (ΠΟΠ Ραψάνη) και νεγκόσκα (ΠΟΠ Γουμένισσα), ώστε να κάνουν τα κρασιά του πιο προσιτά στη νεότητά τους. Το χαρισματικό Ξινόμαυρο κατέχει δίκαια μια υψηλότατη θέση στην ιεραρχία των ελληνικών ποικιλιών. Με τη μοναδικότητα και τις επιδόσεις του υπόσχεται να προσφέρει δυνατές εμπειρίες σε κάθε πραγματικό γνώστη του κρασιού, πείθοντάς τον από την πρώτη γουλιά ότι βρίσκεται μπροστά σε κάτι σπουδαίο και ξεχωριστό.