Ποικιλία του βορειοελλαδικού χώρου, η Νεγκόσκα –ή ποπόλκα Ναούσης, όπως είναι επίσης γνωστή– αποτελεί άλλη μια ψηφίδα στο μοναδικό μωσαϊκό των γηγενών ποικιλιών. Η ετυμολογία της λέξης –από τη σλάβικη ονομασία της πόλης Νάουσα (Νεγκούς)– μαρτυρά και την προέλευσή της. Ωστόσο, σήμερα η καλλιέργειά της περιορίζεται στις πλαγιές του όρους Πάικου.
Ο όγκος της παραγωγής της Νεγκόσκας είναι μικρός και οι μονοποικιλιακές εκφράσεις είναι λίγες. Παρ’ όλα αυτά, αν και δεν είναι πρωταγωνιστής στον ελληνικό αμπελώνα, είναι ένας άξιος υποψήφιος για Όσκαρ 2ου… ερυθρού ρόλου! Έτσι, συμπληρώνοντας το Ξινόμαυρο, δίνει μοναδικού χαρακτήρα ερυθρά και ροζέ κρασιά. Συμμετέχει στα ερυθρά κρασιά ΠΟΠ Γουμένισσα (PDO Goumenissa), όπου αναλαμβάνει να συμπληρώσει, αλλά και να τιθασεύσει την άλλη ερυθρή ποικιλία της περιοχής, που πρωταγωνιστεί το Ξινόμαυρο. Ούσα σκουρόχρωμη, φρουτώδης και μέτρια σε οξύτητα και ταννίνες, η Νεγκόσκα ολοκληρώνει το χαρμάνι, προσδίδοντας στα κρασιά της Γουμένισσας μια πιο ήπια, στρογγυλή, φρουτώδη και σοκολατένια γεύση, σε σχέση με αυτά της Νάουσας.
Μέρος του μοναδικού terroir της Γουμένισσας, η στρογγυλή Νεγκόσκα βάζει τη δική της πινελιά σε ένα κρασί που εκφράζει με εξαιρετικό τρόπο τις αξίες του παλαιού οινικού κόσμου, αγγίζοντας τις ευαίσθητες χορδές κάθε οινόφιλου, που θέλει να αποκτήσει πραγματική γνώση για το καλό κρασί.