PGIs

Λήμνος

Η Λήμνος, το δεύτερο νησί στο βόρειο Αιγαίο σε σπουδαιότητα παραγωγής κρασιού, διαθέτει εδάφη ηφαιστειογενή, άγονα, ελαφριά και κυρίως ασβεστολιθικά. Τα αμπέλια του Μοσχάτου Αλεξανδρείας βρίσκονται κυρίως κατά μήκος αβαθών κοιλάδων, στη λοφώδη δυτική περιοχή του νησιού. Στον αμπελώνα της Λήμνου καλλιεργούνται σχεδόν 5.000 στρέμματα, από τα οποία το 90-95% με μοσχάτο Αλεξανδρείας, ενώ η υπόλοιπη έκταση με την αρχαία ελληνική ερυθρή ποικιλία αμπέλου Λημνιό. Η ποικιλία αυτή έχει την τοπική ονομασία Kαλαμπάκι. Πήρε άλλωστε την ονομασία Λημνιό φεύγοντας απ’ το νησί, γιατί μεταφερόμενη εκτός αυτού έγινε γνωστή με την ονομασία προέλευσής της («Lημνιό» – από τη Λήμνο). Κανονικά, ο τρύγος στη Λήμνο λαμβάνει χώρα στα μέσα περίπου του Σεπτεμβρίου ή και μερικές ημέρες αργότερα.

Σάμος

Σάμος

Η Σάμος είναι η μόνη περιοχή όπου δεν είναι υποχρεωτική η αναφορά της ποικιλίας Μοσχάτο ως μέρος του χαρακτηρισμού του ως ΠΟΠ καθώς από μόνο του το ‘’Σάμος’’ είναι αρκετό για τον προσδιορισμό του κρασιού.

Στον αμπελώνα στη Σάμο η ποικιλία Μοσχάτο Άσπρο καλύπτει το 95% από τα συνολικά 18.000 περίπου στρέμματα του νησιού, που προορίζονται κυρίως για την παραγωγή του περίφημου σαμιώτικου γλυκού οίνου. Οι αμπελώνες βρίσκονται σε ολόκληρο το νησί, κυρίως όμως στη βόρεια πλευρά του, ανάμεσα στο Καρλόβασι και στην πόλη της Σάμου. Είναι διαμορφωμένοι σε πεζούλες με βόρειο προσανατολισμό. Τα εδάφη της Σάμου είναι κυρίως γρανιτικά και σχιστολιθικά και έχουν χαμηλή γονιμότητα. Είναι ουδέτερα, με καλή στράγγιση, ενώ οι περισσότεροι αμπελώνες είναι φυτεμένοι σε αναβαθμίδες (πεζούλες). Το κλίμα του νησιού είναι τυπικά μεσογειακό. Οι υψομετρικές διαφορές του αμπελώνα στη Σάμο είναι μεγάλες, καθώς υπάρχουν αμπελώνες από τα πεδινά, έως τα 800-900μ. (ορεινά αμπελοτόπια) κάτι που έχει έντονη επίδραση στα αρωματικά χαρακτηριστικά των παραγόμενων κρασιών, με τυπικότερα ίσως δείγματα, αυτά των ημιορεινών περιοχών.

 

Πάρος

Πάρος

Ο αμπελώνας στην Πάρο καλύπτει περίπου 5.000 στρέμματα, που είναι φυτεμένα κυρίως με τη λευκή ποικιλία Μονεμβασιά και την ερυθρή Μανδηλαριά. Οι δύο αυτές ποικιλίες δίνουν ένα μοναδικό για τον ελλαδικό χώρο ερυθρό οίνο, που προέρχεται από την ανάμειξη των δύο αυτών ποικιλιών (η παρουσία της λευκής Μονεμβασιάς δίνει αρώματα, αλλά κυρίως μαλακώνει την τραχύτητα της ποικιλίας Μανδηλαριά). Παράγεται όμως και ένας λευκός ξηρός οίνος από Μονεμβασιά. Οι αμπελώνες του νησιού καλλιεργούνται σε εδάφη πλούσια σε ασβέστιο, κυρίως αμμώδη και αμμοπηλώδη, που βρίσκονταν παλαιότερα στις πλαγιές του βουνού Προφήτης Ηλίας. Σήμερα, ο αμπελώνας στην Πάρο εκτείνεται κυρίως στα πεδινά του νησιού και δεν έχει προσβληθεί από φυλλοξήρα.

Τα αμπέλια μεγαλώνουν ελεύθερα σε θαμνώδη μορφή. Πολλά από αυτά είναι αυτόριζα. Οι παλαιοί κλώνοι αναπτύσσονται οριζόντια και οι νέοι βλαστοί φύονται κάθετα, δημιουργώντας ένα “στρώμα” αμπελιών, που καλύπτει το έδαφος (απλωταριές).

Σαντορίνη

Οι αμπελώνες στην Σαντορίνη συγκεντρώνονται κυρίως στο νότιο και νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού, σε εδάφη ηφαιστειακής προέλευσης (θηραϊκή γη, λάβα, ελαφρόπετρα), αμμώδους σύστασης, με μηδενική σχεδόν υδατοχωρητικότητα και οργανική ύλη, εξ ου και η απουσία φυλλοξήρας από το σαντορινιό αμπελώνα (ηφαιστειακά αμπελοτόπια).

Οι λευκές ποικιλίες κυριαρχούν στον αμπελώνα στη Σαντορίνη, με σημαντικότερο το Ασύρτικο (7.000 στρέμματα) και επόμενο σε σημασία το αρωματικό Αηδάνι. Η εξαιρετικά χαμηλή γονιμότητα (και ιδιαίτερα τα χαμηλά επίπεδα καλίου) στο έδαφος, φαίνεται να συντελούν και στην υψηλή οξύτητα των σταφυλιών του Ασύρτικου, κατά την πλήρη ωρίμασή τους. Το κλίμα είναι ξηρό, με μόλις 350mm βροχής ανά έτος και ελάχιστη το καλοκαίρι, αλλά η γειτνίαση με τη θάλασσα και οι μόνιμα πνέοντες υγροί άνεμοι μειώνουν τις ημερήσιες θερμοκρασίες του καλοκαιριού. Στις συνθήκες αυτές του αμπελώνα στη Σαντορίνη, οι αμπελουργοί του νησιού διαμορφώνουν τα πρέμνα στο παραδοσιακό «καλάθι» («κουλούρα», «πανέρι» ή «αμπελιά»), για προστασία του σταφυλιού από τον άνεμο και την άμεση ηλιακή ακτινοβολία. Οι μέσες στρεμματικές αποδόσεις δεν ξεπερνάνε τα 300-350 κιλά ανά στρέμμα και ο τρύγος ξεκινά, συνήθως, κατά το πρώτο 10ήμερο του Αυγούστου, με πιο όψιμη την περιοχή του Πύργου, που βρίσκεται στο μεγαλύτερο υψόμετρο του νησιού (350μ.), όπου παράγονται σταφύλια με το υψηλότερο αρωματικό δυναμικό.

ΠΓΕ Δωδεκάνησα (PGI Dodekanese)

Η ζώνη του ΠΓΕ Δωδεκάνησα, που θεσπίστηκε το 1990, εκτείνεται στο σύμπλεγμα των νησιών της Δωδεκανήσου, στο ανατολικό τμήμα του νότιου Αιγαίου. Τα αμπέλια πρέπει να βρίσκονται σε υψόμετρο άνω των 20μ.

Από τα πολλά νησιά της Δωδεκανήσου, οργανωμένα οινοποιεία υπάρχουν προς το παρόν στη Ρόδο (όπου και ο ΠΟΠ Ρόδος), στην Κω και στη Λέρο. Εκτός από τις καθιερωμένες ποικιλίες, αθήρι και αμοργιανό (όπως λένε στην περιοχή τη μανδηλαριά), στα Δωδεκάνησα καλλιεργούνται επιτυχώς και πολλές άλλες ελληνικές και διεθνείς ποικιλίες, γεγονός που καταγράφει η τροποποίηση του 2008, για τους οίνους ΠΓΕ Δωδεκάνησα, που παράγονται από 6 οινοποιεία της Ρόδου και της Λέρου.

Ποικιλίες

Αθήρι, ασύρτικο, μαλαγουζιά, μοσχάτο άσπρο, μοσχάτο Trani, σαρντονέ, σοβινιόν μπλαν, τρεμπιάνο, μανδηλαριά, γκρενάς ρουζ, καμπερνέ σοβινιόν, μερλό, μουρβέντρ, σενσό, σιρά, τεμπρανίγιο.

Τύποι κρασιών

  • Λευκός ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος
  • Ροζέ ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος
  • Ερυθρός ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος

ΠΓΕ Κυκλάδες (PGI Cyclades)

Η ζώνη του ΠΓΕ Κυκλάδες, που θεσπίστηκε το 2008, περιλαμβάνει όλα τα νησιά του συμπλέγματος των Κυκλάδων, στο ανατολικό τμήμα του Νότιου Αιγαίου. Τα αμπέλια πρέπει να είναι σε υψόμετρο άνω των 30μ.

Με 2 οίνους ΠΟΠ (ΠΟΠ Σαντορίνη και ΠΟΠ Πάρος) στο ενεργητικό τους, οι Κυκλάδες είναι μια καταξιωμένη αμπελουργική περιοχή της Ελλάδας. Το δυναμικό τους είναι όμως πολύ μεγαλύτερο. Μια ματιά στην ποικιλιακή σύνθεση του ΠΓΕ Κυκλάδες αρκεί για να φανεί ότι τα κυκλαδονήσια είναι κυριολεκτικώς «κιβωτός» του ελληνικού αμπελώνα, με πλήθος γηγενών ποικιλιών, πολλές από τις οποίες αξιοποιούνται ήδη με επιτυχία. Προς το παρόν, οίνοι ΠΓΕ Κυκλάδες παράγονται από 10 οινοποιεία εντός ζώνης, αλλά αναμένεται ότι θα προστεθούν κι άλλα.

Ποικιλίες

Αθήρι, αηδάνι άσπρο, ασπρούδα Σαντορίνης, ασύρτικο, γαϊδουριά, κατσανό, κρητικό, μαλουκάτο, μανδηλαριά άσπρη, μοσχάτο άσπρο, σαββατιανό, αθήρι μαύρο, αηδάνι μαύρο, αυγουστιάτης, βάφτρα, βοϊδομάτης, κοτσιφάλι, μανδηλαριά, μαυροτράγανο, φωκιανό.

Τύποι κρασιών

  • Λευκός ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος, γλυκύς
  • Ροζέ ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος, γλυκύς
  • Ερυθρός ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος, γλυκύς
ΝΗΣΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΝΗΣΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ

Υπάρχουν πολλά μέρη σε όλο τον κόσμο που ‘ισχυρίζονται’ ότι παράγουν κρασιά «terroir», αλλά πολύ λίγα μέρη μπορούν να ισχυριστούν ότι η φύση καθορίζει τα κρασιά τους σε τέτοιο βαθμό όπως στα νησιά του Αιγαίου. Οι άνεμοι, το ‘οπλοστάσιο’ των σπάνιων γηγενών ποικιλιών και η ποικιλομορφία των εδαφών, που σχηματίστηκε βίαια μετά από σεισμούς και εκρήξεις ηφαιστείων, είναι καθοριστικοί παράγοντες στη παραγωγή κάποιων από τα πιο ιδιαίτερα και πιο ξεχωριστά κρασιά σε όλο τον κόσμο.

Οι αμπελώνες στα νησιά του Αιγαίου πελάγους (εκτός Κρήτης) καλύπτουν χιλιάδες στρέμματα, όπου καλλιεργούνται σχεδόν αποκλειστικά γηγενείς ποικιλίες. Η θετική επίδραση του τεράστιου υδάτινου όγκου της θάλασσας είναι δεδομένη στους αμπελώνες αυτών των νησιών (παραθαλάσσια αμπελοτόπια). Στο βόρειο Αιγαίο κυριαρχεί η καλλιέργεια των λευκών μοσχάτων ποικιλιών (Μοσχάτο Άσπρο, Μοσχάτο Αλεξανδρείας) ενώ στο νότο, στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα, οι αμπελώνες είναι φυτεμένοι κυρίως με Ασύρτικο, Αθήρι, Μονεμβασιά και την ερυθρή ποικιλία Μανδηλαριά, καθώς και με πλήθος άλλες τοπικές ποικιλίες, σε μικρή όμως έκταση. Οι πολύ ισχυροί άνεμοι, που πνέουν καθ’ όλη τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, το έντονο και συχνά αφιλόξενο ανάγλυφο, τα φτωχά και άγονα εδάφη, με τους ελάχιστους υδατικούς πόρους τους, οδήγησαν στην επικράτηση του παραδοσιακού κυπέλλου ως το κυρίαρχο σχήμα διαμόρφωσης και καλλιέργειας. Η αμπελουργία εξακολουθεί να είναι σε μεγάλο βαθμό παραδοσιακή, καθώς ελάχιστοι αμπελώνες είναι μηχανοποιημένοι, ενώ συχνή είναι η διαμόρφωση αναβαθμίδων (πεζούλες), για την αποφυγή της διάβρωσης και την εξοικονόμηση του λιγοστού βρόχινου νερού. Μεταξύ των νησιών του νοτίου Αιγαίου, εξέχουσα θέση στην αμπελοκαλλιέργεια έχει η Σαντορίνη και το μοναδικό φυσικό της περιβάλλον (ηφαιστειακά αμπελοτόπια), αλλά και τα νησιά της Πάρου και της Ρόδου. Στο Βορρά, Σάμος και Λήμνος είναι διάσημες από πολύ παλιά για τα περίφημα γλυκά κρασιά τους.

Ρέθυμνο

Η ζώνη του ΠΓΕ Ρέθυμνο είναι τα όρια της περιφερειακής ενότητας Ρεθύμνης, στο δυτικό τμήμα της Κρήτης. Τα αμπέλια πρέπει να είναι σε υψόμετρα άνω των 30μ.

Οι εκτάσεις αμπελιών στην περιοχή Ρεθύμνης είναι σημαντικές και την κατατάσσουν στη 2η θέση, στο σύνολο των 4 περιφερειακών ενοτήτων της Κρήτης. Στο κεντρικό τμήμα του Ρεθύμνου, στην περιοχή του Αρκαδίου και στο βορειοανατολικό, στην ευρύτερη περιοχή του Μυλοποτάμου, βρίσκονται τα περισσότερα αμπέλια. Παρόλ΄ αυτά, το Ρέθυμνο άργησε πολύ να μπει στο χώρο του εμφιαλωμένου κρασιού και μόλις το 2008 κυκλοφόρησαν οι πρώτες φιάλες από τις περιοχές Γεροποτάμου, στο βορειοανατολικό τμήμα και Φοίνικα στο νοτιοδυτικό. Οι δυνατότητες όμως της περιοχής είναι πολύ μεγάλες και προβλέπεται ακόμα μεγαλύτερη οινική ανάπτυξη, στην οποία δίνει πλέον ταυτότητα η ονομασία ΠΓΕ Ρέθυμνο, που θεσπίστηκε στα τέλη του 2010.

Ποικιλίες

Αθήρι, βηλάνα, βιδιανό, θραψαθήρι, μοσχάτο άσπρο, κοτσιφάλι, λιάτικο, μανδηλαριά, ρωμέικο, καμπερνέ σοβινιόν, γκρενάς ρουζ, σιρά.

Τύποι κρασιών
• Λευκός ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος, γλυκύς
• Ροζέ ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος, γλυκύς
• Ερυθρός ξηρός, ημίξηρος, ημίγλυκος, γλυκύς

Η κατά το νόμο «γλύκανση» επιτρέπεται για την παραγωγή ημίξηρων & ημίγλυκων οίνων.
Οι γλυκείς οίνοι μπορούν να είναι είτε ενισχυμένοι οίνοι λικέρ, είτε λιαστοί οίνοι. Στη δεύτερη περίπτωση, εκτός από την έκθεση στον ήλιο, δεν επιτρέπεται καμιά περαιτέρω επέμβαση (γλύκανση, συμπύκνωση, ενίσχυση).

Ηράκλειο

Ηράκλειο

Στην Κρήτη βρίσκεται σχεδόν το 15% του Ελληνικού αμπελώνα, με την συντριπτική πλειοψηφία αυτών να βρίσκονται στον νομό του Ηρακλείου και να μοιράζονται στις κύριες περιοχές, των Πεζών, των Αρχανών και των Δαφνών.

Στον αμπελώνα στα Πεζά, τα αμπέλια απλώνονται αμφιθεατρικά, σε χαμηλούς λόφους με μεταβαλλόμενη κλίση και έκθεση γύρω από την πεδιάδα των Πεζών, μέχρι το υψόμετρο των 700 μέτρων (ορεινά και ημιορεινά αμπελοτόπια). Οι ερυθρές ποικιλίες Κοτσιφάλι και Μανδηλαριά καλλιεργούνται σε εδάφη βαθιά ασβεστούχα. Ωστόσο, ο αμπελώνας στα Πεζά είναι περισσότερο γνωστός για την παραγωγή λευκών οίνων από την τοπική ποικιλία Βηλάνα. Η ποικιλία αυτή καλλιεργείται κυρίως στις πεδινές εκτάσεις, γύρω από τα Πεζά, αλλά δίνει τα πιο αρωματικά κρασιά της στα μεγαλύτερα υψόμετρα της ζώνης, όπου η ωρίμασή της είναι πιο σταδιακή και ήπια. Η περιοχή γνωρίζει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη μεταξύ των οινοπαραγωγικών περιοχών της Κρήτης, με πολλές σύγχρονες γραμμικές φυτεύσεις αμπελώνων.

Ο αμπελώνας στις Αρχάνες βρίσκεται ανάμεσα σε αυτόν των Πεζών και αυτόν των Δαφνών, στο κέντρο περίπου της Κρήτης και ακριβώς νοτιότερα από την πόλη του Ηρακλείου. Απέχει δε πολύ μικρή απόσταση από αυτούς τους δύο αμπελώνες. Στον αμπελώνα στις Αρχάνες καλλιεργούνται η τοπική ερυθρή ποικιλία Κοτσιφάλι, με υψηλό δυναμικό σε αλκοόλη και ιδιαίτερο αρωματικά χαρακτήρα και η αιγαιοπελαγίτικη ποικιλία Μανδηλαριά, η οποία είναι πλούσια σε χρώμα και τανίνες. Στον αμπελώνα στις Αρχάνες, η καλλιέργεια εντοπίζεται σε εδάφη αργιλασβεστώδη, αρκετά συμπαγή, σε ανατολικές κυρίως πλαγιές, με υψόμετρο 300-400μ. (ημιορεινά αμπελοτόπια). Εφαρμόζονται παραδοσιακές μέθοδοι, αλλά χρησιμοποιούνται και γραμμικά συστήματα μόρφωσης, με πιο αραιές φυτεύσεις.

Στις βορειοανατολικές πλαγιές του όρους Ίδη, δυτικά του αμπελώνα των Αρχανών και σε υψόμετρο 300-500μ. (ημιορεινά αμπελοτόπια), βρίσκεται ο αμπελώνας στις Δαφνές. Στον αμπελώνα στις Δαφνές καλλιεργείται η ερυθρή ποικιλία Λιάτικο, μια τοπική ποικιλία με απαλό χρώμα, η οποία είναι κατάλληλη για την παραγωγή εξαιρετικών γλυκών οίνων. Το Λιάτικο ωριμάζει πολύ πρώιμα, ακόμη και στο τέλος Ιουλίου, πράγμα αρκετά σπάνιο, γι’ αυτό έχει πάρει και το όνομά του από αυτόν το μήνα. Στον αμπελώνα στις Δαφνές τα εδάφη είναι ελαφρύτερα από τις γειτονικές περιοχές των Πεζών και των Αρχανών. Είναι αμμώδη και συχνά χαλικώδη και έχουν χαμηλή γονιμότητα. Επίσης, στην περιοχή του αμπελώνα στις Δαφνές έχουν εισαχθεί με επιτυχία και διεθνείς ποικιλίες αμπέλου.

Λασίθι

Λασίθι

Η κύρια αμπελουργική και οινική ζώνη του Λασιθίου βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του, στην ευρύτερη περιοχή της Σητείας.

Ο αμπελώνας στη Σητεία βρίσκεται σε μια περιοχή που αποτελεί έναν από τους παλαιότερους αμπελότοπους στην Ελλάδα και έχει ένα μεγάλο πλούτο γηγενών ποικιλιών αμπέλου. Μεταξύ αυτών, οι ερυθρές ποικιλίες Λιάτικο και Μανδηλαριά καταλαμβάνουν τα χαμηλά υψόμετρα, στους πρόποδες του όρους Ορνό, που βρίσκονται στα παράλια του Κρητικού πελάγους και κοντά στην πόλη της Σητείας. Οι δε λευκές ποικιλίες Βηλάνα και Θραψαθήρι βρίσκονται κυρίως νοτιότερα, στο οροπέδιο της Ζήρου και σε υψόμετρο που φτάνει ακόμη και τα 1.000 μέτρα (ορεινά και ημιορεινά αμπελοτόπια), καταλήγοντας μέχρι τις ακτές του Λιβυκού Πελάγους, στη νότια πλευρά του νησιού. Ο αμπελώνας στη Σητεία πατάει σε ασβεστολιθικά εδάφη, καλλιεργούμενα σύμφωνα με την παραδοσιακή διαμόρφωση του κυπέλλου.