Articles

Παλιά αμπέλια

Η Ελλάδα διαθέτει έναν σημαντικό αριθμό παλαιών αμπελώνων που απλώνονται σε διάφορες περιοχές παραγωγής οίνων ΠΟΠ και ΠΓΕ. Από την Αττική και τα παλαιά κύπελλα Σαββατιανού ηλικίας 50+ ετών, έως τις αιωνόβιες «αμπελιές» του Σαντορινιού αμπελώνα που διαμορφώνονται στο μοναδικό σχήμα της κουλούρας, τα περισσότερα από αυτά τα παλαιά αμπέλια κρύβουν μια μεγάλη αμπελογραφική κληρονομιά που είναι μοναδική για τα παγκόσμια δεδομένα.

Σε πιο απομονωμένες περιοχές της χώρας, όπως το νότιο τμήμα της Κρήτης, υπάρχουν παλαιοί αμπελώνες σε μορφή κυπέλλου οι οποίοι έχουν σύνθετες φυτεύσεις ποικιλιών (field-blends). Συχνά πρόκειται για ποικιλίες που έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και που η νέα γένια γενιά Ελλήνων οινοποιών δείχνει πρόθυμη να εξερευνήσει. Στο ορεινό τμήμα της Αχαΐας, στην περιοχή ΠΓΕ Πλαγιές Αιγιαλείας (PGI Slopes of Aigialia) υπάρχει επίσης ένα θησαυρός από «αρχαίες» ποικιλίες αμπέλου που διατηρήθηκαν από παλιούς αμπελουργούς και στις μέρες μας ανακαλύπτονται εξ’ αρχής, προσθέτοντας στην ποικιλομορφία των ελληνικών κρασιών.

Η Κεφαλονιά (Κεφαλονιά) και τα νησιά του Ιονίου (όπως αντίστοιχα του Αιγαίου Πελάγους) φιλοξενούν επίσης μεγάλο αριθμό παλαιών αμπελιών από σπάνιες γηγενείς ποικιλίες αμπέλου. Στις πιο απομακρυσμένες ελληνικές περιοχές η φυλλοξήρα δεν έφτασε και έτσι έχουν διατηρηθεί αρκετά παλιά, αυτόριζα αμπέλια. Σε άλλες περιοχές, όπως η Σαντορίνη ή το Αμύνταιο, λόγω των αμμωδών εδαφών, η φυλλοξήρα δεν μπορεί να επιβιώσει και είναι προστατευμένες εξ΄ολοκλήρου από αυτή. Εκεί που η φυλλοξήρα δεν κατάφερε να επιτεθεί στα αμπέλια, υπάρχει ακόμη σημαντικός αριθμός παλαιών αμπελιών.

Σε πολλές περιπτώσεις τα παλιά αμπέλια προσαρμόζονται τέλεια στο τοπικό τους περιβάλλον. Για παράδειγμα, τα πενηντάχρονα αμπέλια Σαββατιανού στην Αττική είναι εξαιρετικά ανθεκτικά στις ξηρές, θερμές κλιματικές συνθήκες της περιοχής. Πολύ συχνά, τέτοιοι παλιοί αμπελώνες εμφανίζουν μεγάλη βιοποικιλότητα ανάμεσα στα διαφορετικά φυτά, συμβάλλοντας στη μεγάλη πολυπλοκότητα και ενισχύοντας την αίσθηση του terroir στα κρασιά.

Ο όρος παλιά αμπέλια, vieilles vignes ή παρόμοιοι όροι, υποδηλώνουν έναν παλιό αμπελώνα σε μια ετικέτα ενός ελληνικού κρασιού. Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία περί κρασιών, η χρήση αυτών των όρων στους οίνους ΠΟΠ και ΠΓΕ ισχύει μόνο για αμπελώνες με ελάχιστη ηλικία τα 40 έτη.

Ορεινή αμπελουργία

Παρά τη χαρακτηριστική εικόνα του μπλε της θάλασσας των ελληνικών νησιών, η οποία είναι αποτυπωμένη στο μυαλό των περισσότερων ταξιδιωτών, η Ελλάδα είναι μια κατεξοχήν ορεινή χώρα. Ένα ποσοστό που αγγίζει σχεδόν το 80% της συνολικής έκτασης καλύπτεται από ορεινούς όγκους, όχι μόνο στην ηπειρωτική χώρα αλλά και στα νησιά. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν τα βουνά που διατρέχουν κατά μήκος το νησί της Κρήτης, το όρος Αίνος στο κέντρο της Κεφαλονιάς κ.α.
Η ηπειρωτική χώρα κυριαρχείται από την οροσειρά της Πίνδου που αποτελεί την απόληξη των κεντροευρωπαϊκών Άλπεων και σχηματίζει ένα τόξο που συνεχίζει μέχρι το νοτιοανατολικό τμήμα της Πελοποννήσου. Ο αμπελώνας ΠΟΠ Ζίτσα (PDO Zitsa) βρίσκεται στα υψίπεδα των βουνών της Πίνδου. Το υψηλότερο βουνό της χώρας, ο Όλυμπος, βρίσκεται ανατολικά της Πίνδου και κοντά στη θάλασσα. Στις πλαγιές του εκτείνεται ο πανέμορφος αμπελώνας της Ραψάνης. Όλα τα παραπάνω σημαίνουν ότι πολλοί αμπελώνες της χώρας βρίσκονται στις πλαγιές των βουνών. Με τον τρόπο αυτό καταφέρνουν και ξεφεύγουν της καλοκαιρινής ζέστης έτσι ώστε το γεωγραφικό πλάτος είναι σε αρκετές περιπτώσεις λιγότερο σημαντικό από το υψόμετρο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο αμπελώνας της ΠΟΠ Μαντινεία στην καρδιά της Πελοποννήσου. Αν και πρόκειται για έναν αμπελώνα που βρίσκεται στα νότια της χώρας, το υψηλό υψόμετρο του οροπεδίου της Μαντινείας οδηγεί σε κρασιά από την ποικιλία Μοσχοφίλερο, το στυλ των οποίων θυμίζει περισσότερο Κεντρική Ευρώπη παρά μεσογειακή χώρα.
Σε μια εποχή που ο κόσμος αναζητάει όλο και περισσότερο φινέτσα και κομψότητα στα κρασιά του και σε συνδυασμό με το γεγονός της ολοένα και εντεινόμενης κλιματικής αλλαγής, τα βουνά της Ελλάδας προσφέρουν τη δυνατότητα στους Έλληνες παραγωγούς να παράγουν κρασιά που σφύζουν από ενέργεια και φρεσκάδα. Την ίδια στιγμή βέβαια η εξάσκηση της αμπελοκαλλιέργειας σε αυτά τα ορεινά terroir είναι πολύ περισσότερο επίπονη και απαιτεί αφοσίωση από την πλευρά των οινοπαραγωγών.

Η κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα

Ο όρος της κλιματικής αλλαγής ακούγεται όλο και περισσότερο από τα στόματα των Ελλήνων οινοπαραγωγών. Δεν αφορά μόνο την υπερθέρμανση του πλανήτη αλλά το γεγονός πως αυτή συνοδεύεται από έντονα και επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα που απειλούν την ετήσια παραγωγή τους. Με τόσα πολλά να εξαρτώνται από τα εδάφη, τον προσανατολισμό, το είδος της καλλιεργούμενης ποικιλίας και όλους αυτούς τους παράγοντες που συνιστούν τη λέξη terroir, η επίδραση των καιρικών φαινομένων πάνω στα αμπέλια, στα σταφύλια και στο κρασί μπορεί να είναι τελείως διαφορετική.

Φαίνεται ωστόσο, ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή η δριμύτητα και η ένταση των φαινομένων αποτελούν έναν συνεχόμενο κίνδυνο για τις αμπελοκαλλιέργειες. Αργοπορημένοι παγετοί την άνοιξη, σφοδρό χαλάζι, παρατεταμένη ξηρασία, επικίνδυνοι καύσωνες, ακόμα και πλημμύρες δυσκολεύουν πολύ το έργο, απειλώντας την βιωσιμότητα των καλλιεργητών. Ο συνδυασμός πρώιμων ωριμάνσεων και επικίνδυνων φαινομένων την περίοδο της άνοιξης μειώνει πολύ τον κύκλο ανάπτυξης του σταφυλιού. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι κάποιες ποικιλίες μελλοντικά θα καταστούν ακατάλληλες για την περιοχή καλλιέργειάς τους. Μπορεί αυτό να οδηγήσει στο γεγονός ότι η Νάουσα στο μέλλον δεν θα μπορεί να καλλιεργήσει Ξινόμαυρο;

Τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα και φαίνεται ότι μάλλον υπάρχει αρκετός δρόμος, (ίσως βέβαια όχι τόσος όσος πιστεύουμε) για να συμβεί κάτι τέτοιο. Φυσικά, το ευτυχές γεγονός είναι ότι η Ελλάδα απέναντι στη σφοδρότητα της κλιματικής αλλαγής έχει αρκετά χαρτιά να παραθέσει, κάτι το οποίο δεν ισχύει για το σύνολο του παγκόσμιου αμπελώνα. Ο πλούτος των γηγενών ποικιλιών είναι ένα από αυτά τα ισχυρά χαρτιά. Αυτές οι ποικιλίες σε μεγάλο βαθμό έχουν εξελιχθεί και καλλιεργούνται σε δύσκολες καιρικές συνθήκες και δείχνουν μεγάλη προσαρμοστικότητα σε συνθήκες όπως για παράδειγμα η υπερβολική ζέστη και η ξηρασία. Αυτή η βιοποικιλότητα είναι μια δραστική λύση απέναντι σε όλες τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.

Ένα δεύτερο χαρτί της Ελλάδας απέναντι στην κλιματική αλλαγή αποτελεί η ορεινή της τοπογραφία. Ήδη σε ζεστές περιοχές όπως η ΠΓΕ Δράμα (PGI Drama), όπου με την κλιματική αλλαγή το αλκοόλ των κρασιών «εκτοξεύεται» σε πολύ υψηλά επίπεδα χωρίς υποχρεωτικά να προλαβαίνει να επέλθει η φαινολική ωριμότητα των κρασιών, οι παραγωγοί έχουν αρχίζει να μετατοπίζουν τις καλλιέργειές τους σε πιο ορεινά κομμάτια. Έτσι κάποιος μπορεί να βρει πλέον αμπελώνες φυτεμένους στα 900 μέτρα υψόμετρο.

Λέξεις όπως βιωσιμότητα, προστασία του περιβάλλοντος, υπευθυνότητα, ενσυνείδηση ακούγονται όλο και περισσότερο ανάμεσα στις κούβεντες που γίνονται. Με ένα υπέροχο κλίμα και με ανθρώπινη κλίματα παραγωγής, η Ελλάδα μπορεί να συμβάλλει στην καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Μοναδικές αμπελουργικές πρακτικές

Η αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα οργανώθηκε εδώ και χιλιάδες χρόνια και εφαρμόζεται αδιάλειπτα σε όλη τη χώρα. Με την πάροδο του χρόνου και την ιδιαιτερότητα του ελληνικού αμπελώνα, αναπτύχθηκαν μοναδικές αμπελουργικές πρακτικές. Για την καθιέρωσή τους, σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν οι εξής παράγοντες:

 

  • Η καλλιέργεια εκατοντάδων γηγενών ποικιλιών, που δεν συναντάμε σε άλλες χώρες.
  • Η απομόνωση των πολλών μικρών αμπελουργικών ζωνών, σε νησιωτικές και ηπειρωτικές περιοχές.
  • Το δύσβατο του εδάφους και η δυσκολία εφαρμογής αμπελουργικών πρακτικών, που επιτρέπουν ή απαιτούν μεγάλες πεδινές εκτάσεις.

Αρκετές από αυτές τις μοναδικές αμπελουργικές πρακτικές αφορούν αμπελουργικές εργασίες με το χέρι, οι οποίες συνεχίζουν να εφαρμόζονται από τους αμπελουργούς, για την παραγωγή σταφυλιού προς οινοποίηση. Οι πιο χαρακτηριστικές εξ αυτών είναι οι εξής:

 

  • Ο χειρωνακτικός τρύγος.
  • Το κλάδεμα, η κουλούρα Σαντορίνης και τα κύπελλα.
  • Η καλλιέργεια σε πεζούλες.

 

Εκτός όμως αυτών, στην Ελλάδα του 21ου αιώνα δεν είναι απίθανο να δει κάποιος διάφορες μοναδικές αμπελουργικές πρακτικές, οι οποίες βγαίνουν πραγματικά μέσα από το χρόνο: έναν αμπελουργό να κλαδεύει το αμπέλι του φτιάχνοντας «καλάθια», κάποιον άλλο να σκάβει με τσάπες την άνυδρη γη, ένα ορεινό αμπέλι να οργώνεται με άροτρο που σέρνουν άλογα, κάποιο γαϊδουράκι να κουβαλά κοφίνια με φρεσκοτρυγημένα σταφύλια… Όλα αυτά, παράγοντας σταφύλια εξαιρετικής ποιότητας, σε μοναδικά «αρχαία» αμπελοτόπια, που, καλώς ή κακώς, η μηχανική καλλιέργεια δεν μπορεί να φτάσει ποτέ.

Η ολοκληρωμένη διαχείριση

Η ολοκληρωμένη διαχείριση στη γεωργία και κατά προέκταση στην αμπελοκαλλιέργεια, στην πραγματικότητα δεν αποτελεί μια εναλλακτική μέθοδο καλλιέργειας, αλλά περισσότερο έναν τρόπο εξορθολογισμού των χημικών εισροών και των καλλιεργητικών παρεμβάσεων, ώστε να μειωθούν τα αρνητικά αποτελέσματα στο περιβάλλον, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η οικονομική επιβίωση της γεωργικής εκμετάλλευσης.

 

Η ολοκληρωμένη διαχείριση στηρίζεται στη «σωστή δόση στη σωστή στιγμή». Στη στενή και συνεχή δηλαδή παρακολούθηση της εκμετάλλευσης, ώστε οποιοδήποτε πρόβλημα να εντοπίζεται και να αντιμετωπίζεται εγκαίρως, με τον πλέον κατάλληλο τρόπο. Για τη λίπανση, δηλαδή την ποσότητα και το είδος του λιπάσματος, γίνεται ανάλυση εδάφους και φύλλων. Για την καταπολέμηση των εντόμων χρησιμοποιούνται παγίδες και αρπακτικά ακάρεα, όπως και η χρήση κάποιων βιολογικών παρασκευασμάτων, όπου μπορεί να εφαρμοσθεί.

 

Το σύστημα της ολοκληρωμένης διαχείρισης έκανε την εμφάνισή του στον ευρωπαϊκό βορρά, κατά τη δεκαετία του 1990, που είχε βεβαρημένο παρελθόν όσον αφορά τις χημικές παρεμβάσεις στους αγρούς και την αυξανόμενη ρύπανση του περιβάλλοντος, των υπόγειων νερών, καθώς και την όλο και μεγαλύτερη ζήτηση των καταναλωτών για πιο υγιεινά και πιο φιλικά προς το περιβάλλον προϊόντα.

 

Σε επίπεδο Ε.Ε. δεν έχει ακόμη θεσπιστεί συγκεκριμένη «πιστοποίηση» ολοκληρωμένης διαχείρισης και κάθε χώρα έχει τους δικούς της οργανισμούς ελέγχου.

Η βιοδυναμική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα

Η βιοδυναμική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα, όπως και η φυσική αγροκαλλιέργεια, του Ιάπωνα Μασανόμπου Φουκουόκα (Masanobu Fukuoka), εισήχθη από ερασιτέχνες γεωργούς, που πειραματίσθηκαν πάνω σε αυτές και άλλες εναλλακτικές μεθόδους καλλιέργειας. Πριν από λίγα χρόνια δημιουργήθηκε μάλιστα η Demeter Hellas, δηλαδή το ελληνικό παράρτημα του οργανισμού πιστοποίησης της Demeter International.

 

Υπάρχουν μερικοί αμπελουργοί-οινοπαραγωγοί που εφαρμόζουν τη μέθοδο της βιοδυναμικής αμπελοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, σε διάφορες οινοπαραγωγικές ζώνες. Παράλληλα, στην Ελλάδα συχνά διεξάγονται σεμινάρια, με τον Πιερ Μασόν και κυρίως με τον Ένζο Ναστάτι. Ωστόσο, δεν έχει υπάρξει προς το παρόν οινοπαραγωγός που να πιστοποιείται με το σήμα της Demeter. Στα ευρωπαϊκά όμως οινογευστικά δρώμενα, έλληνες οινοπαραγωγοί έχουν λάβει μέρος σε βιοδυναμικά σαλόνια, όπως είναι το Renaissence des Appellations, στο Λίγηρα της Γαλλίας, καθώς και το Vini di Vignaioli, για «φυσικά κρασιά», στην Πάρμα της Ιταλίας.

Βιολογική καλλιέργεια

Η βιολογική καλλιέργεια στην Ελλάδα έκανε τα πρώτα της βήματα τη δεκαετία του 1980. Βρήκε το δρόμο της με την εφαρμογή του κανονισμού 2092/91 της Ε.Ε. και οι πρώτες βιολογικές πιστοποιήσεις ξεκίνησαν το 1993. Η βιολογική αμπελουργία ήρθε δεύτερη, ανάμεσα στις άλλες βιολογικές καλλιέργειες.

 

Το εύκρατο κλίμα, το ιδιόρρυθμο ελληνικό ανάγλυφο και οι μικρές αμπελοοινικές εκμεταλλεύσεις αποτελούν βάση για εύκολη ανάπτυξη της αμπελουργικής βιολογικής καλλιέργειας στην Ελλάδα. Σχεδόν το 50% από το σύνολο των ελληνικών οινοποιείων, ιδιωτικών και συνεταιριστικών, προτείνουν σήμερα «βιολογικά κρασιά» ή ακριβέστερα και όπως πρέπει να λέγονται –τουλάχιστον προς το παρόν– «οίνοι από σταφύλι βιολογικής γεωργίας». Η Ε.Ε., με τον κανονισμό 837/2007, ο οποίος αντικατέστησε τον κανονισμό 2092/91, έθεσε τις βάσεις για έναν ευρωπαϊκό κανονισμό πιστοποίησης βιολογικού οίνου. Οι προσπάθειες όμως για τη θέσπισή του δεν έχουν ακόμη καρποφορήσει.

 

Εκτός από την αμπελουργική βιολογική καλλιέργεια, στην Ελλάδα είναι πολλά τα οινοποιεία που ακολουθούν και άλλα πρότυπα, που αφορούν την ασφάλεια και τις διαδικασίες παραγωγής στο οινοποιείο και τη διαχείριση ποιότητας, τα γνωστά (ISO και HACCP). Επίσης, με πρωτοβουλία του μεγαλύτερου οργανισμού πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων της Ελλάδας και ομάδας δημοσιογράφων οίνου, έχει καθιερωθεί από το 2005 άτυπος, ετήσιος διαγωνισμός οίνων από σταφύλι βιολογικής καλλιέργειας (στην Ελλάδα λειτουργούν 11 οργανισμοί πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων, οι δύο μεγαλύτεροι εκ των οποίων πιστοποιούν τα περισσότερα σχετικά κρασιά).

 

Η βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα, εφαρμόζεται σε έκταση αμπελώνων οινοποιίας που ξεπερνά σήμερα τα 36.858 στρέμματα, τα 14.525 εκ των οποίων σε μεταβατικό στάδιο (στοιχεία του 2007). Όπως συμβαίνει σε όλες τις οινοπαραγωγικές χώρες του κόσμου, χρησιμοποιεί ήπιες πρακτικές φυτοπροστασίας και λίπανσης, σύμφωνα με τις μεθόδους της οργανικής γεωργίας, δίνοντας προτεραιότητα στην ισορροπία αμπέλου-περιβάλλοντος, καθώς και στη συντήρηση της ζωής του εδάφους.

 

Όπως σε όλο τον κόσμο, επιδίωξη αυτού που ασκεί βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα είναι η απόκτηση αμπελιών με μέτρια ζωηρότητα και μειωμένη βλάστηση (με σκοπό τις χαμηλές αποδόσεις), τα οποία θα διαθέτουν ικανοποιητική φυλλική επιφάνεια, ικανή να φωτοσυνθέτει καλά, παρέχοντας όμως και επαρκή αερισμό, που είναι ένα από τα σημαντικά «μυστικά» για τη σωστή και αποτελεσματική αντιμετώπιση των μυκήτων που προσβάλλουν το αμπέλι.

 

Για την αντιμετώπιση του ωιδίου, στη βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα χρησιμοποιείται το θειάφι, σε σκόνη ή σε υγρή μορφή, ενώ για την αντιμετώπιση του περονόσπορου (και έμμεσα του βοτρύτη), ο θειοχαλκός, που είναι ιδιαίτερα χρήσιμος στις αμπελοοινικές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας και όπου οι βροχοπτώσεις είναι αυξημένες κατά την άνοιξη και το καλοκαίρι. Ο χαλκός, ως βαρύ μέταλλο που είναι, χρησιμοποιείται με φειδώ. Οι έλληνες αμπελουργοί και οι οινικές εκμεταλλεύσεις με βιολογικές καλλιέργειες περιορίζουν τη χρήση χαλκού στο ελάχιστο δυνατό, ενώ υπάρχουν φορές που αρνούνται να επέμβουν και μάλιστα κατ’ επανάληψη, χάνοντας μέρος της παραγωγής τους (κάτι όχι ασυνήθιστο για τους βιοκαλλιεργητές). Οι ισχυροί ελληνικοί άνεμοι, όπως είναι τα μελτέμια των Κυκλάδων και γενικότερα των νησιών του Αιγαίου, καθώς και οι υψηλές καλοκαιρινές θερμοκρασίες, ευνοούν το αμπέλι και δεν επιτρέπουν εκτεταμένη ανάπτυξη μικροοργανισμών. Έτσι, μόνο 2 με 3 περάσματα με θειάφι επαρκούν συνήθως για την καταπολέμησή τους.

 

Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού ωφέλιμων ειδών της πανίδας βοηθά στη διατήρηση της ισορροπίας του άμεσου περιβάλλοντος των αμπελιών, που αποτελεί πολύ σημαντικό παράγοντα για τη βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα. Έντομα, όπως η ευδεμίδα, αντιμετωπίζεται με το Βάκιλο Θουριγγίας, ενώ για κάποια άλλα, πολλοί αμπελουργοί φροντίζουν… χειρωνακτικά. Τα διάφορα ζιζάνια καταπολεμούνται με μηχανικά μέσα, ενώ για τη λίπανση των αμπελώνων χρησιμοποιούνται αποκλειστικά επιτρεπόμενα βιολογικά σκευάσματα, ζωικής ή φυτικής προέλευσης (συχνά δε, «χωνεμένα» κοτσάνια και φλούδες σταφυλιών από αμπέλια βιολογικής καλλιέργειας).

 

Πολλοί θιασώτες της βιολογικής αμπελοκαλλιέργειας στην Ελλάδα καταφεύγουν στη «χλωρή λίπανση». Πρόκειται για μια αρχαία γεωργική τεχνική, που ενσωματώνει με όργωμα στο έδαφος, φυτά πλούσια σε άζωτο, που τόσο έχει ανάγκη η άμπελος. Σε περιοχές που το νερό είναι επαρκές, οι βιοκαλλιεργητές αμπελουργοί αφήνουν τη φυσική βλάστηση στο αμπέλι, επιβάλλοντας έναν ανταγωνισμό, διατηρώντας έτσι τη ζωηρότητα των φυτών. Σε πιο ξηροθερμικές περιοχές, η φυσική αυτή βλάστηση ενσωματώνεται στο έδαφος με τα πρώτα ανοιξιάτικα οργώματα.

Καινοτομία στην αμπελοκαλλιέργεια

Πριν από δεκαετίες, το έδαφος ήταν ένας «άγνωστος» στην εξίσωση των ελληνικών κρασιών. Όμως, εδώ και αρκετά χρόνια, η σημασία του αζώτου, του καλίου, του ασβεστίου και των άλλων συστατικών του εδάφους, για τη σωστή λειτουργία των φυτών, έχει μελετηθεί και κατανοηθεί και συνεχίζει να ερευνάται. Έτσι, με τις κατάλληλες και σε σωστές δόσεις επεμβάσεις, όταν και όπου χρειάζεται και ανάλογα και με την καλλιέργεια (συμβατική, ολοκληρωμένη, βιολογική, βιοδυναμική), το έδαφος αποτελεί πλέον έναν καμβά –άλλοτε και ένα ζωντανό οργανισμό– ικανό να αναδείξει την πολύχρωμη παλέτα των σύγχρονων κρασιών της Ελλάδας και μέσα από καινοτομίες αμπελουργίας.

 

Εξίσου όμως σημαντικό με το «πού θα φυτευτεί» κάτι, είναι και το «τι θα φυτευτεί». Φορείς, παραγωγοί, εργαστήρια και πανεπιστημιακά ιδρύματα κάνουν μια πολύ σημαντική δουλειά έρευνας, πάνω στον τομέα του προσδιορισμού και της επιλογής των πλέον κατάλληλων κλώνων, για πολλές γηγενείς ποικιλίες. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς έχουν ήδη βρει το δρόμο τους σε νέες φυτεύσεις, αποτελούν αιχμή του δόρατος στις καινοτομίες αμπελουργίας και υπόσχονται ότι θα ενισχύσουν ακόμα περισσότερο τη μοναδικότητα των ελληνικών κρασιών.

 

Προς την ίδια κατεύθυνση δείχνουν να συμβάλλουν και οι νέοι τρόποι διαμόρφωσης πολλών αμπελώνων. Λαμβάνοντας υπόψη και τις αλλαγές των κλιματικών συνθηκών, οι γραμμικές φυτεύσεις δοκιμάζονται και όπου αποδειχθούν πιο κατάλληλες αντικαθιστούν άλλα είδη διαμόρφωσης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως καταργούνται δοκιμασμένα παραδοσιακά συστήματα (π.χ. κύπελλα, κουλούρες). Εφόσον είναι αποτελεσματικά, παραμένουν πλάι σε καινοτομίες αμπελουργίας, παντρεύοντας τες με τη μοναδική ελληνική οινική παράδοση. Παράλληλα, αυξάνεται και η πυκνότητα φύτευσης σε πολλούς ελληνικούς αμπελώνες, οδηγώντας σε χαμηλές αποδόσεις ανά πρέμνο, αναγκαία προϋπόθεση για την παραγωγή κρασιών υψηλής ποιότητας.

 

Σε μια χώρα με μεσογειακό κλίμα, όπως είναι η Ελλάδα, οι ανάγκες του αμπελιού για νερό είναι αυξημένες, σε σχέση με βορειότερα ή υγρότερα κλίματα. Έτσι, τα συστήματα άρδευσης είναι κοινός τόπος σε πολλούς αμπελώνες καλής ποιότητας, ιδίως όταν βρίσκονται σε περιοχές με λίγες βροχοπτώσεις και υγρασία. Οι καινοτομίες αμπελοκαλλιέργειας που εστιάζουν στην άρδευση βρίσκουν μάλιστα την Ελλάδα πραγματική πρωτοπόρο, αφού σε δικά της εδάφη εγκαταστάθηκαν τα πρώτα υπόγεια αρδευτικά συστήματα σε αμπελώνα της Ευρώπης.

 

Ιδιαίτερη μέριμνα απαιτείται επίσης ώστε ο ήλιος, ο μεγάλος σύμμαχος της ελληνικής γης, να μη μετατραπεί σε εχθρό. Το δύσκολο αυτό έργο καλούνται να επωμιστούν καινοτομίες αμπελοκαλλιέργειας, στο πλαίσιο της διαχείρισης του φυλλικού τείχους του αμπελώνα, ένας τομέας στον οποίο η αμπελουργία της Ελλάδας δίνει ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Έτσι, το ύψος, η διαμόρφωση και η αναλογία του φυλλώματος σε σχέση με τον καρπό οδηγούν στην προστασία των σταφυλιών, αλλά και στη σωστή φωτοσύνθεση, απαραίτητη προϋπόθεση για ένα εξαιρετικό σταφύλι.

 

Στις καινοτομίες αμπελοκαλλιέργειας εντάσσεται και ο απαραίτητος πια, απόλυτος έλεγχος που παρέχει η χρήση μετεωρολογικών σταθμών, οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε πολλούς ελληνικούς αμπελώνες και τροφοδοτούν τα οινοποιεία με πολύτιμα δεδομένα για την πορεία της χρονιάς. Εξίσου πολύτιμος σύμμαχος αποδεικνύονται και τα υπερσύγχρονα εργαστήρια φυλλοδιαγνωστικής, που περνούν πραγματικά το φύλλο από… μικροσκόπιο, επιτρέποντας στον παραγωγό να διαγνώσει και να αντιμετωπίσει κάθε πρόβλημα του αμπελιού.

 

Ένα άλλο κομμάτι που αφορά καινοτομίες αμπελοκαλλιέργειας είναι οι πειραματικές φυτεύσεις, που δεν λείπουν από τον ελληνικό αμπελώνα. Τόσο σε επίπεδο φορέων, όσο και ιδιωτών (ή συνεργασίες των δύο) δοκιμάζονται συστηματικά νέες ποικιλίες: ξένες που φαίνεται να ταιριάζουν στο ελληνικό κλίμα και βέβαια γηγενείς ποικιλίες της Ελλάδας, από τις τόσες που υπάρχουν, η δυναμική των οποίων είναι ακόμα άγνωστη και μπορεί να κρύβει πολύ περισσότερους θησαυρούς από όσους έχουν ήδη ανακαλυφθεί.

Νέο αίμα στους αμπελώνες!

Δίπλα στους βετεράνους αμπελοκαλλιεργητές, με την πολύτιμη πείρα και τις πάμπολλες εμπειρίες, ήρθε να προστεθεί μια νέα γενιά αμπελουργών, που μπορεί να μην είχε «σκαμμένα» χέρια, αλλά διέθετε επιστημονική γνώση και παραστάσεις, από την επαφή με περίφημα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά και σπουδαία οινοπαραγωγικά κτήματα του κόσμου. Είναι το νέο αίμα στους αμπελώνες της Ελλάδας.

 

Οι αλλαγές στον ελληνικό αμπελώνα ξεκίνησαν από τη δραστική μείωση των αποδόσεων, ενέργεια απαραίτητη προκειμένου το κάθε πρέμνο να μεταφέρει στις ρώγες του ισχυρά την προσωπικότητα της ελληνικής γης. Μάλιστα, όπου και όταν χρειάζεται, ο πράσινος τρύγος απαλλάσσει το αμπέλι από το υπερβολικό φορτίο, προσδίδοντας στα εναπομείναντα τσαμπιά δύναμη και ευρωστία. Ένας άλλος νεωτερισμός, που έφερε το νέο αίμα στους αμπελώνες ήταν η σωστή άρδευσή τους και γενικότερα, η εδραίωση της ορθής αντίληψης περί ύδατος και αμπέλου: «πότισμα όταν, όσο και όπου χρειάζεται», προκειμένου το αμπέλι να δώσει μια εξαιρετική πρώτη ύλη (σε αρκετές περιπτώσεις και με μετεωρολογικό σταθμό εντός αμπελώνων). Δίπλα βέβαια στις γραμμές ποτίσματος, που διατρέχουν πλέον πολλούς από τους ελληνικούς αμπελώνες, βρήκαν τη θέση τους όχι μόνο οι παραδοσιακές ποικιλίες κάθε τόπου, αλλά και νέες, καρπός της αναζήτησης των αμπελουργών, ώστε να δώσουν πρωτόγνωρες οινικές εμπειρίες σε κάθε ανήσυχο οινόφιλο. Επιπρόσθετα, ο ολοένα αυξανόμενος σεβασμός στο περιβάλλον συνοδεύει την αμπελουργική αναμόρφωση της ελληνικής οινοπαραγωγής, σε σημείο μάλιστα που μεγάλο μέρος των σύγχρονων κρασιών της Ελλάδας να προέρχονται – έστω και αν αυτό δεν αναφέρεται πάντα στις ετικέτες – από σταφύλι βιολογικής καλλιέργειας.