Σπάνια, τοπικά, ελληνικά: ΠΓΕ και ποικιλιακοί οίνοι που δεν μοιάζουν με κανένα
Πίσω από τους καταξιωμένους ελληνικούς οίνους κρύβεται ένας κόσμος η ιστορία του οποίου δεν έχει ειπωθεί ακόμα. Δίπλα στις εμβληματικές ποικιλίες του ελληνικού αμπελώνα, όπως το Ασύρτικο, το Μοσχοφίλερο, το Ξινόμαυρο και το Αγιωρτικο, ίσως και περισσότερα από 300 γηγενή σταφύλια παραμένουν διασκορπισμένα ανά την επικράτεια. Στον αμπελώνα της Ελλάδας —πολύμορφο, κατακερματισμένο, ζωντανό— επιβιώνουν σπάνιες και άγνωστες ποικιλίες που δεν διεκδίκησαν θέση στις μεγάλες παραγωγές. Στενά δεμένες με τον τόπο τους, καλλιεργούνται συνήθως σε παλιούς, μικρούς αμπελώνες: αμπελώνες με κλίση, ξερολιθιές, χαμηλη απόδοση, αλλά πολλή μνήμη.
Κάποιες από αυτές τις ποικιλίες εγκαταλείφθηκαν για δεκαετίες. Άλλες ποτέ δεν απέκτησαν πραγματική παρουσία στην αγορά. Σήμερα, χάρη στην επιμονή ορισμένων παραγωγών και τη δυνατότητα που προσφέρουν οι ενδείξεις ΠΓΕ και οι ποικιλιακοί οίνοι, σταφύλια που κάποτε έμοιαζαν καταδικασμένα βρίσκουν ξανά τη θέση τους στο ποτήρι.
Το λευκό Θραψαθήρι στην Κρήτη που κάποτε φυτευόταν σποραδικά, σήμερα φέροντας την ένδειξη ΠΓΕ Κρήτη, αναδεικνύεται ως μία από τις πιο ελπιδοφόρες λευκές ποικιλίες του νησιού, με ισορροπία, φρεσκάδα και εντυπωσιακό γευστικό βάθος. Στην Πελοπόννησο η Κυδωνίτσα, ξεκινώντας από τη ζώνη ΠΓΕ Λακωνία, έχει εξελιχθεί σε μια από τις πιο δυναμικές λευκές ποικιλίες του Ελληνικού αμπελώνα, ξεχωρίζοντας για τη μοναδική αρωματική της διάσταση και το ισορροπημένο στόμα. Στη Θεσσαλία, η Λημνιώνα —ανάμεσα στις πιο ανερχόμενες ελληνικές ερυθρές ποικιλίες σήμερα— αναβίωσε μόλις πριν από δύο δεκαετίες στη ζώνη παραγωγής οίνων ΠΓΕ Τύρναβος.
Και αν σήμερα κάποιες από τις παραπάνω ποικιλίες αρχίζουν και αποκτούν σταδιακά ένα δυναμικό κοινό, οι ζώνες ΠΓΕ και η κατηγορία των ποικιλιακών οίνων κρύβουν ακόμα πιο άγνωστους οινικούς «θησαυρούς». Τα ερυθρά Βραδυανό και Μούχταρο βρίσκουν ξανά τον δρόμο τους προς το ποτήρι, μέσα από ενδείξεις όπως η ΠΓΕ Εύβοια και η ΠΓΕ Στερεά Ελλάδα, Το Ποταμίσι, με ρίζες βαθιές στο νησιωτικό τοπίο, αποκτά παρουσία μέσα από την ΠΓΕ Κυκλάδες, με κρασιά διακριτά και αιγαιοπελαγίτικα στην έκφρασή τους. Το Βοστυλίδι, μελένιο και τανικό, στα Ιόνια νησιά δίνει ενδιαφέροντα γεμάτα λευκά κρασιά τα τελευταία χρονια φέροντας ενδειξεις όπως η ΠΓΕ Πλαγιές Αίνου. Ενώ στην Πελοπόννησο, ο ερυθρωπός Σιδερίτης —μια ποικιλία που έχει διττή χρήση, τόσο ως επιτραπέζιο όσο και ως οινοποιήσιμο σταφύλι, δοκιμάζεται ξανά σε ζώνες παραγωγής όπως η ΠΓΕ Αχαΐα για την παραγωγή λευκων και ερυθρωπών οίνων, αποκαλύπτοντας την εξαιρετική του δυναμική όταν οινοποιείται με φροντίδα.
Πέρα από την αναβίωση της ποικιλίας, πρόκειται και για την αναβίωση του ίδιου του αμπελώνα. Παλιοί αυτόρριζοι αμπελώνες που δεν υποτάχθηκαν στις τάσεις των δεκαετιών, αμπελοτόπια που διασώθηκαν γιατί βρισκόταν «εκτός ρεύματος». Εκεί επιστρέφει σήμερα η παγκόσμια προσοχή.
Σε μια εποχή που οι συνθήκες αλλάζουν γρήγορα, ο πλούτος αυτών των ποικιλιών αποκτά άλλη αξία. Πολλές είναι όψιμες και διατηρούν φυσικά χαμηλό αλκοόλ, ακόμα και σε χρονιές με παρατεταμένη ξηρασία ή θερμικά κύματα. Η οινική έρευνα στρέφεται πια όχι μόνο στο “τι παράγει καλά”, αλλά και στο “τι αντέχει με ποιότητα”, στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται παγκοσμίως.
Το ελληνικό κρασί δεν χρειάζεται να ψάξει έξω από τα σύνορά του για να ανανεωθεί. Οι απαντήσεις βρίσκονται συχνά σε έναν παλιό αμπελώνα, σε μια ξεχασμένη ποικιλία, σε μια ΠΓΕ που έχει ακόμη πολλά να πει. Το μέλλον του μπορεί να στηριχθεί στη διαφορετικότητα.