Κάθε κουζίνα στον κόσμο είναι το σύνολο των προϊόντων της, των συστατικών της, με άλλα λόγια αυτών των βασικών τροφίμων και συνδυασμών γεύσεων που αποτελούν το αλφάβητο του μάγειρα για τη συνέχιση των παραδόσεων και τη δημιουργία νέων πιάτων, που είναι ταυτοχρόνως αυθεντικά και σύγχρονα. Η Ελλάδα είναι ευλογημένη με μεγάλη ποικιλία από ξεχωριστά ελληνικά προϊόντα, που αναπτύσσονται σε αυτό το ιδανικό μεσογειακό κλίμα. Πρωτίστως, υπάρχουν οι ελληνικές ελιές και το ελληνικό ελαιόλαδο, που είναι τόσο βασικά για τους Έλληνες όσο και το νερό. Τα ελληνικά φρέσκα φρούτα, μια μεγάλη ποικιλία από φρέσκα, εποχικά λαχανικά (όπως οι πιπεριές Φλωρίνης) και τα όσπρια, με ξεκάθαρες σχέσεις σε κάποιες περιοχές, αποτελούν το στυλοβάτη της παραδοσιακής ελληνικής μαγειρικής. Η Ελλάδα είναι επίσης ευλογημένη με πλήθος από «φυσικά γκουρμέ» προϊόντα, τρόφιμα που προέρχονται από τη στεριά ή τη θάλασσα και έχουν μακρά ιστορία: το ελληνικό μέλι, ο κρόκος Κοζάνης, η Μαστίχα Χίου, ένας μεγάλος πλούτος από ελληνικά βότανα, φρέσκα και αποξηραμένα, το αυγοτάραχο, τα ελληνικά ψάρια και θαλασσινά κ.ά. Άλλωστε, η θάλασσα προσφέρει άριστες συνθήκες για οργανωμένους ιχθυότοπους και η ιχθυοκαλλιέργεια είναι μία από τις πιο σημαντικές βιομηχανίες στην Ελλάδα. Από την άλλη μεριά, οι Έλληνες καταναλώνουν ελληνικό τυρί και ελληνικό γιαούρτι, από καταβολής κόσμου. Ενώ η φέτα είναι το πιο γνωστό ελληνικό τυρί, υπάρχουν τουλάχιστον 60 ακόμα μοναδικά τυριά διαφόρων περιοχών. Άλλα ξεχωριστά ελληνικά προϊόντα που καθορίζουν το ελληνικό τραπέζι και κάνουν τους Έλληνες υπερήφανους για το ιστορικό και το πολιτιστικό τους βάθος, είναι επίσης τα γλυκά και αλμυρά ελληνικά παξιμάδια.
Οι Έλληνες χρησιμοποιούν τα ελληνικά βότανα ως καρύκευμα, ρόφημα και φάρμακο, από την αρχαιότητα. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, στο πλαίσιο της λαϊκής σοφίας, καλά εδραιωμένες είναι οι πεποιθήσεις σχετικά με τις θεραπευτικές ιδιότητες των βοτάνων, οι οποίες έχουν ριζώσει βαθιά στην ελληνική παράδοση. Στη μαγειρική, πολλά βότανα χρησιμοποιούνται αποξηραμένα και τα πιο αγαπητά είναι η ρίγανη, το θυμάρι, το θρούμπι, ο δυόσμος και η μέντα. Από την άλλη μεριά, οι Έλληνες απολαμβάνουν ορισμένα ελληνικά βότανα (αποξηραμένα) ή αρωματικά φυτά ως ρόφημα, σε καυτό ή βραστό νερό. Υπάρχουν πολλά από αυτά σε όλη τη χώρα, αλλά τα πιο διάσημα είναι το χαμομήλι, το φασκόμηλο και το τσάι του βουνού, όλα τους ιδιαίτερα απολαυστικά, αλλά και ονομαστά και για τα θεραπευτικά οφέλη τους.
Τι θα ήταν η ελληνική-μεσογειακή μαγειρική χωρίς την πληθώρα των υγιεινών, απολαυστικών πιάτων που βασίζονται στα ελληνικά φασόλια και άλλα όσπρια; «Αρχαία» όσπρια θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν η φακή, τα ρεβίθια, η φάβα και τα μπιζέλια. Όλα συνεχίζουν να καταναλώνονται ευρύτατα στην Ελλάδα, σε σούπες, βραστά και ψητά της κατσαρόλας. Κατά παράδοση, οι Έλληνες τρώνε φασόλια τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. Έτσι, τα φασόλια και άλλα όσπρια αποτελούν βασικό είδος διατροφής και αρκετές ελληνικές περιοχές, κυρίως στη Μακεδονία, είναι πατρίδα ΠΟΠ φασολιών με Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης. Οι ονομαστοί ελληνικοί γίγαντες και τα λευκά φασόλια διαφόρων μεγεθών έχουν εναρμονιστεί πλήρως στο εύφορο και υγρό έδαφος του βροχερού Βορρά της Ελλάδας.
Παρότι τα ψάρια στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο φθίνουν, τα ελληνικά ψάρια και θαλασσινά συνεχίζουν να αποτελούν σημαντική και αγαπητή τροφή για τους Έλληνες. Τη στιγμή μάλιστα που τα ψάρια κατέχουν κομβική θέση στο μεσογειακό τραπέζι και είναι ιδιαίτερα αγαπητή τροφή στην Ελλάδα, δεν προξενεί καμία έκπληξη ότι η χώρα κατέχει μία από τις κορυφαίες θέσεις στον κόσμο στην ιχθυοκαλλιέργεια, με τη συναγρίδα, την τσιπούρα, το λαβράκι και την πέστροφα να είναι τα πλέον δημοφιλή και εμπορικά είδη. Όσον αφορά τα θαλασσινά, τα μύδια είναι αγαπητά στην Ελλάδα από την αρχαιότητα και με την παραγωγή και το μαγείρεμά τους συνδέονται στενά η βορειοανατολική ακτή της ηπειρωτικής χώρας, μέχρι τις ανατολικές παρυφές της Χαλκιδικής και της Θράκης, που στολίζουν μικροί όρμοι. Στο πλαίσιο της ελληνικής-μεσογειακής διατροφής, τα λιπαρά ψάρια (όχι ιχθυοτροφείου), όπως οι σαρδέλες, οι αντζούγιες, οι κολιοί, τα σκουμπριά κ.ά., αποτελούν σημαντικό κομμάτι των μαγειρικών παραδόσεων. Ίσως, όμως, το πιο εμβληματικό απ’ όλα τα ελληνικά θαλασσινά, σε κάθε μέρος της χώρας, που βρίσκεται όμως και σχεδόν σε κάθε ελληνικό εστιατόριο του κόσμου, είναι το χταπόδι, ψητό, βραστό, ξιδάτο ή μαγειρευτό.
Αναμφισβήτητα, ένα από τα πιο γκουρμέ προϊόντα της Ελλάδας, το αυγοτάραχο, είναι το… «χαβιάρι» αυτής της χώρας. Πρόκειται για το φυσικά αποξηραμένο, μορφοποιημένο και αλατισμένο αυγό κεφάλου («μπάφα»), που μεταναστεύει μαζικά στη λιμνοθάλασσα της δυτικής Ελλάδας και σε ορισμένα μέρη της Χαλκιδικής και κατόπιν επιχειρεί να μεταναστεύσει ξανά στη θάλασσα για να γεννήσει τα αυγά του. Οι κέφαλοι πιάνονται κατά την έξοδό τους και τότε απομακρύνονται οι φουσκωμένοι σάκοι με τα αυγά τους. Αφού αποξηρανθούν και συμπιεστούν αρκετά, διατηρούνται σε κερί μέλισσας. Το αυγοτάραχο είναι μια αρχαία λιχουδιά και έχει πλούσια, βαθιά γεύση και απαλή, λιπαρή υφή. Είναι απολαυστικό σκέτο, κομμένο σε λεπτές φέτες, μερικές φορές με μια φέτα λεμόνι και κόκκους φρεσκοτριμμένου μαύρου πιπεριού. Είναι όμως εξαιρετικό και όταν συνδυάζεται με ζυμαρικά και καρυκεύεται αποκλειστικά με εξαιρετικό, παρθένο ελληνικό ελαιόλαδο.