Η Ελλάδα αναμφισβήτητα διαθέτει μία από τις πιο μακρόχρονες οινικές ιστορίες παγκοσμίως, καθώς το κρασί ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού από την αρχαιότητα. Μπορεί η Ελλάδα να μην ήταν η πρώτη χώρα που παρήγαγε κρασί, όμως μπορεί να αποδοθεί στους αρχαίους Έλληνες η ανάπτυξη ενός οινικού πολιτισμού που περιλαμβάνει όλες τις πτυχές του κρασιού: καλλιέργεια, οινοπαραγωγή, νομοθεσία, εμπόριο και φυσικά την τέχνη της κατανάλωσης του κρασιού. Από την ανάπτυξη των πρώτων ονομασιών προέλευσης μέχρι την εμφάνιση συγγραφέων οίνου και τον σημαντικό ρόλο που είχαν οι οινοχόοι στα συμπόσια, αποδεικνύεται ότι το κρασί στην αρχαία Ελλάδα αντιμετωπιζόταν με εξεζητημένο τρόπο και αποτέλεσε φορέα πολιτισμού ανά τους αιώνες.

Τα στοιχεία που αποδεικνύουν την μακρά οινική ιστορία της χώρας είναι εμφανή μέχρι σήμερα. Οι ιστορικοί αμπελώνες με αδιάσπαστη ιστορία πολλών δεκαετιών αφθονούν. Η επιτομή αυτών των, υψηλούς κύρους, αμπελώνων είναι η Σαντορίνη, με τον αυτόριζο,  απρόσβλητο από την φυλλοξήρα αμπελώνα που αποτελεί ένα αξιοθαύμαστο, 3.500 ετών μνημείο. Πολλά από αυτά τα ιδιαίτερα οικοσυστήματα αναπτύχθηκαν μέσω φυσικής επιλογής και βρίσκονται σε περιοχές που προστατεύονται από παράσιτα και ασθένειες της αμπέλου. Συνεπώς η συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνικών αμπελώνων ενδείκνυνται για βιολογική καλλιέργεια ή άλλες εναλλακτικές μεθόδους αμπελοκαλλιέργειας.

Αν και η κληρονομιά που κουβαλούν τα Ελληνικά κρασιά είναι βαριά, στηρίζουν της επιτυχία τους στα τωρινά μοναδικά χαρακτηριστικά τους και όχι στο λαμπρό τους παρελθόν. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες ένας αέρας αλλαγής πνέει στην Ελληνική οινοπαραγωγή, μετατρέποντας έναν σχετικά παραδοσιακό γεωργικό τομέα σε μία πρωτοποριακή οντότητα του οινικού κόσμου. Οι Έλληνες οινοπαραγωγοί έχουν επενδύσει σημαντικά σε ανθρώπινο δυναμικό, εκπαίδευση, τεχνογνωσία και τεχνολογία. Το επίπεδο της ποιότητας των Ελληνικών κρασιών μπορεί να συναγωνιστεί οποιαδήποτε χώρα, με πληθώρα χαρακτηριστικών που τα κάνουν να ξεχωρίζουν και να εντυπωσιάζουν.