Το κλίμα της ελληνικής γεωγραφικής περιοχής είναι κατά κανόνα μεσογειακό. Εντούτοις, στο εσωτερικό της ηπειρωτικής Ελλάδας και ιδιαίτερα μακριά από τις ακτές και από άλλες μεγάλες υδάτινες μάζες, το κλίμα έχει έντονα ηπειρωτικά χαρακτηριστικά. Ακόμα, λοιπόν, και αν δεν υπάρχουν στην Ελλάδα αμιγώς ηπειρωτικά αμπελοτόπια, υπάρχουν αμπελοτόπια με χαρακτηριστικά ηπειρωτικού κλίματος, με κυριότερο εξ αυτών τις μεγάλες μεταβολές της θερμοκρασίας κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου και κυρίως, την έντονη ημερήσια διακύμανση της θερμοκρασίας, με δραστική πτώση κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Στα ηπειρωτικά αμπελοτόπια η θερινή βροχόπτωση είναι συνήθως χαμηλή, γι’ αυτό και η άρδευση είναι κατά κανόνα απαραίτητη κατά τους κρίσιμους μήνες της ωρίμασης. Πεδινοί αμπελώνες της κεντρικής Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένου του λεκανοπεδίου της Αττικής, μεταξύ άλλων, αλλά και ορισμένοι ορεινοί αμπελώνες, σε υψίπεδα μακριά από θάλασσα και άλλους υδάτινους όγκους (Μαντίνεια, ορεινή Νεμέα), συγκαταλέγονται ανάμεσα στα αμπελοτόπια με ηπειρωτικά χαρακτηριστικά. Οι αμπελώνες είναι συνήθως εγκατεστημένοι σε βαθιά γόνιμα εδάφη, με ομαλό ανάγλυφο. Όπου το υψόμετρο είναι μικρό, η μεγάλη βλαστική περίοδος ευνοεί όψιμες, κυρίως ερυθρές ποικιλίες. Αντίθετα, σε υψίπεδα με μεγαλύτερο υψόμετρο, οι χαμηλότερες νυχτερινές θερμοκρασίες ευνοούν την καλλιέργεια λευκών ποικιλιών, εντείνοντας τα αρωματικά χαρακτηριστικά τους (Μαντίνεια). Οι μεγάλες κλιματικές μεταβολές στα ηπειρωτικά αμπελοτόπια οδηγούν και σε εντονότερες διαφοροποιήσεις μεταξύ των εσοδειών, σε σχέση με τα παραθαλάσσια αμπελοτόπια.