Τα σύγχρονα ελληνικά κρασιά είναι πραγματικά ευρωπαϊκά κρασιά. Δεν είναι απλώς θέμα καταγωγής, αλλά θέμα στυλ και ποιότητας. Υπό αυτό το πρίσμα, τα ελληνικά κρασιά δεν είναι απλώς ευρωπαϊκά, αλλά εντάσσονται στα καλύτερα ευρωπαϊκά κρασιά, συνυπάρχοντας με τα ιταλικά, τα ισπανικά, τα γαλλικά, τα πορτογαλικά, τα γερμανικά και τα αυστριακά κρασιά. Είναι κρασιά που εκφράζουν τα ξεχωριστά και ιστορικά αμπελοτόπια τους, κουβαλώντας όλα τα κορυφαία χαρακτηριστικά της προέλευσης του παλαιού οινικού κόσμου.
Η οινοπαραγωγή είναι μια γεωργική υπόθεση που απαιτεί χρόνο. Χρειάζονται γενιές για να εντοπιστούν τα «ευλογημένα» σημεία μιας περιοχής και να αξιολογηθεί μια ποικιλία αμπέλου ή τα βέλτιστα αμπελοτόπια γι’ αυτήν. Απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτήν τη διαδικασία είναι τα μοντέλα παραγωγής μικρής κλίμακας, που αντιμετωπίζουν τις εγγενείς ανωμαλίες κάποιου αμπελώνα. Έτσι, οι παραγωγοί ευρωπαϊκών κρασιών χρησιμοποιούν την κληρονομιά και την πείρα τους, για να αξιοποιήσουν πλήρως το δυναμικό της ποιότητάς τους, χαρίζοντας κρασιά με μοναδική προσωπικότητα. Στον αντίποδα, πολλές επιχειρήσεις του νέου οινικού κόσμου είναι πάρα πολύ καινούριες, πολύ μεγάλες ή έχουν ιδιαίτερη εμμονή με τις επικρατούσες τάσεις της αγοράς ή την απόδοση των επενδύσεών τους, για να αντεπεξέλθουν σε ανάλογες προκλήσεις. Επιπλέον, τα ευρωπαϊκά κρασιά έχουν σπάνια φύση, καθώς παράγονται από μοναδικά και καταξιωμένα αμπελοτόπια περιορισμένης παραγωγής. Σε αυτό το πλαίσιο, τα σύγχρονα ελληνικά κρασιά αξίζει να δοκιμαστούν από όλους όσοι επιθυμούν να εξερευνήσουν και να γευτούν κρασιά από εμβληματικούς αμπελώνες, από τα μεγάλα αμπελοτόπια της Ευρώπης και του κόσμου.