Είτε για καλό είτε για κακό, τα ακριβά εστιατόρια στην Ελλάδα σερβίρουν κυρίως αυθεντικό ελληνικό φαγητό. Εάν τα δημιουργικά εστιατόρια στην Ελλάδα αποφασίσουν να σερβίρουν μουσακά, τότε αυτός μπορεί να έχει τη μορφή κιμά με μελιτζάνα σε ρευστή κατάσταση, σερβιρισμένο σε ποτήρι μαρτίνι ή αναμεμειγμένο με υγρό άζωτο, σχηματίζοντας παγωτό. Οι Έλληνες σεφ, για καλό ή για κακό, έχουν πέσει θύματα της γοητείας της μοριακής κουζίνας. Η νέα ελληνική κουζίνα είναι η αναπόφευκτη μόδα στην Ελλάδα, όπως ήταν η nueva cocina στην Ισπανία και η νέα σκανδιναβική κουζίνα στη Δανία. Μια ατελείωτη σειρά από νέους Έλληνες σεφ, που εφαρμόζουν τις τεχνικές της μοριακής κουζίνας σε παραδοσιακές συνταγές κατευθείαν από τους τσελεμεντέδες των γιαγιάδων τους, ξεπήδησε από τις κουζίνες μιας παλαιότερης γενιάς σεφ νέας ελληνικής κουζίνας. Η σύγχρονη ελληνική κουζίνα έχει πάρει τις τυπικές ελληνικές συνταγές και τις έχει αναμείξει με εξωτικά συστατικά, τις έχει αλλάξει ριζικά, τις έχει αποδομήσει, τους έχει προσθέσει μους, τις έχει αποξηράνει στην κατάψυξη και τους έχει προσδώσει σφαιρικό σχήμα, δίνοντας μια οριστικά νέα μορφή του αυθεντικού ελληνικού φαγητού.

 

Εκτός από τα εστιατόρια της δημιουργικής ελληνικής κουζίνας, έκρηξη έχει σημειωθεί από τα σύγχρονα εστιατόρια στην Ελλάδα. Πρώτα απ’ όλα, είναι τα εστιατόρια που θυμίζουν μπιστρό, όπου νέοι σεφ δημιουργούν τη δική τους επανάσταση, σερβίροντας ελληνικά φαγητά σε πιο αναγνωρίσιμη μορφή. Εκεί, ο μουσακάς είναι απλώς μουσακάς, αλλά η διαφορά ανάμεσα σε αυτά τα «μπιστρό» και τις παραδοσιακές ελληνικές ταβέρνες είναι ότι στα πρώτα υπάρχει μεγαλύτερη γαστρονομική ευαισθησία. Τα βασικά ελληνικά συστατικά προέρχονται από πολύ καλές πηγές, ενώ υπάρχει ακρίβεια στο μαγείρεμα. Όσον αφορά το κρασί, αντί για την πανταχού παρούσα ρετσίνα του παρελθόντος, εξαίρετα κρασιά από τη Σαντορίνη, τη Μαντίνεια, τη Νεμέα, το Αμύνταιο, τη Νάουσα και αλλού, περασμένα πολλές φορές από βαρέλι, σερβίρονται στα σωστά ποτήρια.

 

Αξίζει, επίσης, να αναφέρουμε ότι τα τελευταία χρόνια ένας μεγάλος αριθμός από μοντέρνες ταβέρνες έχουν κάνει την εμφάνισή τους, ιδίως στην Αθήνα. Αυτά τα σύγχρονα εστιατόρια στην Ελλάδα, όχι μόνο προσπαθούν να ξαναδημιουργήσουν την ατμόσφαιρα της παλιάς ταβέρνας (των οποίων ο αριθμός, δυστυχώς, φθίνει) και μάλιστα με «αυθεντικό τρόπο», αλλά προσπαθούν επίσης να αναπαράγουν το άρωμα και τη γεύση του φαγητού της ταβέρνας, συμπεριλαμβανομένου του ούζου και της ρετσίνας.

 

Η πιο πρόσφατη τάση στα σύγχρονα εστιατόρια στην Ελλάδα είναι η ευπρόσδεκτη ανακάλυψη της ντόπιας κουζίνας. Οι άνθρωποι στις πόλεις επιστρέφουν στις ρίζες τους, ανακαλύπτοντας ξανά την έξοχη γαστρονομία της Κρήτης, της Χίου, της Λήμνου και της Πελοποννήσου, μια πολυδιάστατη κουζίνα, που βασίζεται στα ντόπια βασικά ελληνικά συστατικά και έναν συνδυασμό συνταγών, που αντικατοπτρίζει την πολυποίκιλη ιστορία της Ελλάδας. Είτε σε ταβέρνες, νεοταβέρνες ή μπιστρό, είτε σε εστιατόρια τοπικής ή νέας ελληνικής κουζίνας, οι Έλληνες αποκτούν συνείδηση της γαστρονομικής κληρονομιάς τους και αυτό έχει δημιουργήσει μια κουλτούρα φαγητού, που οι τουρίστες μπορεί να βρίσκουν πιο θελκτική από το να τρώνε χούμους στην Πλάκα.